Του Γιάννη Δηράκη – Λέσχη
Από χθες το βράδυ έχει ξεκινήσει μια συζήτηση που συνηθίζεται κάθε φορά που διαδηλώσεις καταλήγουν σε επεισόδια, συνήθως από τηλεοπτικά “παράθυρα” δελτίων ειδήσεων και διάφορους σχολιαστές-δημοσιογράφους που βγαίνουν σε αυτά και σκούζουν για τους βάνδαλους που σπάνε, καίνε, καταστρέφουν ό,τι βρουν, δεν σέβονται κανέναν και τίποτα και ”αμαυρώνουν” τις ειρηνικές διαμαρτυρίες των απλών πολιτών -τις οποίες βέβαια ποτέ ή ελάχιστα προβάλλουν στα δελτία τους.
Το διαφορετικό με τα χθεσινά γεγονότα είναι ότι σ’ αυτό το “παιχνίδι” μπήκαν και άνθρωποι που προηγουμένως δεν είχαν βήμα σ’ αυτά τα “παράθυρα”, δημοσιογράφοι του πολιτιστικού, κριτικοί κινηματογράφου και τέχνης γενικότερα, απλοί σινεφίλ, με αφορμή την -παραλίγο- πυρπόληση τριών εκ των ιστορικότερων κινηματογράφων της Αθήνας, του Άστυ, του Αττικόν και του Απόλλωνα (τα οποία τελικώς γλίτωσαν με μικροζημιές και θα επαναλειτουργήσουν σύντομα -το Άστυ μάλιστα, λειτουργεί κανονικά από σήμερα).
Ομολογώ ότι προς στιγμήν κι εγώ ο ίδιος σκέφτηκα (όταν μαθεύτηκε η είδηση στους δρόμους) ότι είναι απαράδεκτο να καίνε τα σινεμά, ότι όλοι αυτοί που πετάνε τις μολότοφ είναι βάρβαροι, απολίτιστοι και άθλιοι προβοκάτορες. Όμως, οι σινεφίλ συναισθηματισμοί οφείλουν να σταματάνε εκεί, στις πρώτες σκέψεις και να ακολουθεί περισυλλογή και μεγάλη προσοχή όταν ξεκινάς να γράψεις κάτι (ειδικά με τίτλους όπως “Αττικόν: Γλύτωσε από τους Γερμανούς – Το έκαψαν οι Έλληνες…”), προκειμένου να μη χαθεί το δάσος για να σωθεί ένα δέντρο. Το δέντρο είναι οι 3 αίθουσες. Το δάσος είναι οι ζωές όλων μας, τα ήδη καμένα σπίτια μας, τα κλειστά καταστήματα κι οι άστεγοι στους δρόμους κι αν θέλετε να το εντοπίσουμε και στον πολιτισμό, το δέντρο είναι δύο (και περισσότερα) ιστορικά κτίρια κατεστραμμένα, το δάσος όμως είναι η καθημερινή αργή κατάρρευση εκατοντάδων ιστορικών κτιρίων, το ξεπούλημα του συνόλου των μνημείων μας (άραγε, έχει διαβάσει κανείς απ’ όσους σήμερα κλαίνε το πρώτο μνημόνιο;), η άθλια πολιτιστική πολιτική των τελευταίων χρόνων και η μηδενική χρηματοδότηση στον πολιτισμό και την παιδεία.
Τελικά, ακόμα κι αν δεχτεί κανείς ότι τα κτίρια κάηκαν απ’ αυτούς που υπονοείται, αν αγνοηθούν δηλαδή κάποιες καταγγελίες που ακούστηκαν χθες ότι την ώρα που πήρε φωτιά το Αττικόν τριγύρω υπήρχαν μόνο ΜΑΤ (άλλωστε, δεν θα ήταν η πρώτη φορά), στην πραγματικότητα, αυτή που τα έκαψε είναι η πολιτική του μνημονίου που δημιούργησε μια κοινωνία 50.000 αστέγων, 1.000.000 ανέργων και των μισών κατοίκων της Ελλάδας στα όρια της φτώχιας, όσοι σχεδίασαν την ολοκληρωτική εξόντωση των εργαζόμενων και της νεολαίας στο βωμό του θεού-κέρδους, όσοι κλέβουν το μέλλον των παιδιών μας και το παραδίδουν στους καπιταλιστές για πάντα (ή μέχρι ο ίδιος ο λαός να αποφασίσει επιτέλους να αλλάξει τη μοίρα του). Αυτοί που έκαψαν και λεηλάτησαν χθες, είναι οι ίδιοι που ευθύνονται για τον εδώ και χρόνια αργό “θάνατο του εμποράκου” (όπως με περίσσιο συναισθηματισμό γράφουν κάποιοισήμερα).
Η ιστορική μνήμη μιας πόλης δεν είναι μόνο τα κάγκελα του Αβραμόπουλου, τα αρχοντικά κτίρια, τα σιντριβάνια και όμορφα παρτέρια, είναι και οι καταστροφές που συντελούνται σε εποχές κρίσης και έξαρσης της φτώχιας. Οι χθεσινές εικόνες, είναι εικόνες από το μέλλον μιας χώρας που οι “ηγέτες της” ψήφισαν ναι σε όλα: στην φτώχια, την πείνα και στην εξαθλίωση. Γι’ αυτό δεν θα πάω μ’ ένα κερί στο χέρι απόψε έξω απ’ το Αττικόν αλλά με φωτιά και με μαχαίρι ενάντια σε αυτούς που καίνε τις ζωές μας. Σήμερα ή όποτε χρειαστεί. Άλλωστε, τα κτίρια ξαναγίνονται. Οι ζωές μας;
Από χθες το βράδυ έχει ξεκινήσει μια συζήτηση που συνηθίζεται κάθε φορά που διαδηλώσεις καταλήγουν σε επεισόδια, συνήθως από τηλεοπτικά “παράθυρα” δελτίων ειδήσεων και διάφορους σχολιαστές-δημοσιογράφους που βγαίνουν σε αυτά και σκούζουν για τους βάνδαλους που σπάνε, καίνε, καταστρέφουν ό,τι βρουν, δεν σέβονται κανέναν και τίποτα και ”αμαυρώνουν” τις ειρηνικές διαμαρτυρίες των απλών πολιτών -τις οποίες βέβαια ποτέ ή ελάχιστα προβάλλουν στα δελτία τους.
Το διαφορετικό με τα χθεσινά γεγονότα είναι ότι σ’ αυτό το “παιχνίδι” μπήκαν και άνθρωποι που προηγουμένως δεν είχαν βήμα σ’ αυτά τα “παράθυρα”, δημοσιογράφοι του πολιτιστικού, κριτικοί κινηματογράφου και τέχνης γενικότερα, απλοί σινεφίλ, με αφορμή την -παραλίγο- πυρπόληση τριών εκ των ιστορικότερων κινηματογράφων της Αθήνας, του Άστυ, του Αττικόν και του Απόλλωνα (τα οποία τελικώς γλίτωσαν με μικροζημιές και θα επαναλειτουργήσουν σύντομα -το Άστυ μάλιστα, λειτουργεί κανονικά από σήμερα).
Ομολογώ ότι προς στιγμήν κι εγώ ο ίδιος σκέφτηκα (όταν μαθεύτηκε η είδηση στους δρόμους) ότι είναι απαράδεκτο να καίνε τα σινεμά, ότι όλοι αυτοί που πετάνε τις μολότοφ είναι βάρβαροι, απολίτιστοι και άθλιοι προβοκάτορες. Όμως, οι σινεφίλ συναισθηματισμοί οφείλουν να σταματάνε εκεί, στις πρώτες σκέψεις και να ακολουθεί περισυλλογή και μεγάλη προσοχή όταν ξεκινάς να γράψεις κάτι (ειδικά με τίτλους όπως “Αττικόν: Γλύτωσε από τους Γερμανούς – Το έκαψαν οι Έλληνες…”), προκειμένου να μη χαθεί το δάσος για να σωθεί ένα δέντρο. Το δέντρο είναι οι 3 αίθουσες. Το δάσος είναι οι ζωές όλων μας, τα ήδη καμένα σπίτια μας, τα κλειστά καταστήματα κι οι άστεγοι στους δρόμους κι αν θέλετε να το εντοπίσουμε και στον πολιτισμό, το δέντρο είναι δύο (και περισσότερα) ιστορικά κτίρια κατεστραμμένα, το δάσος όμως είναι η καθημερινή αργή κατάρρευση εκατοντάδων ιστορικών κτιρίων, το ξεπούλημα του συνόλου των μνημείων μας (άραγε, έχει διαβάσει κανείς απ’ όσους σήμερα κλαίνε το πρώτο μνημόνιο;), η άθλια πολιτιστική πολιτική των τελευταίων χρόνων και η μηδενική χρηματοδότηση στον πολιτισμό και την παιδεία.
Τελικά, ακόμα κι αν δεχτεί κανείς ότι τα κτίρια κάηκαν απ’ αυτούς που υπονοείται, αν αγνοηθούν δηλαδή κάποιες καταγγελίες που ακούστηκαν χθες ότι την ώρα που πήρε φωτιά το Αττικόν τριγύρω υπήρχαν μόνο ΜΑΤ (άλλωστε, δεν θα ήταν η πρώτη φορά), στην πραγματικότητα, αυτή που τα έκαψε είναι η πολιτική του μνημονίου που δημιούργησε μια κοινωνία 50.000 αστέγων, 1.000.000 ανέργων και των μισών κατοίκων της Ελλάδας στα όρια της φτώχιας, όσοι σχεδίασαν την ολοκληρωτική εξόντωση των εργαζόμενων και της νεολαίας στο βωμό του θεού-κέρδους, όσοι κλέβουν το μέλλον των παιδιών μας και το παραδίδουν στους καπιταλιστές για πάντα (ή μέχρι ο ίδιος ο λαός να αποφασίσει επιτέλους να αλλάξει τη μοίρα του). Αυτοί που έκαψαν και λεηλάτησαν χθες, είναι οι ίδιοι που ευθύνονται για τον εδώ και χρόνια αργό “θάνατο του εμποράκου” (όπως με περίσσιο συναισθηματισμό γράφουν κάποιοισήμερα).
Η ιστορική μνήμη μιας πόλης δεν είναι μόνο τα κάγκελα του Αβραμόπουλου, τα αρχοντικά κτίρια, τα σιντριβάνια και όμορφα παρτέρια, είναι και οι καταστροφές που συντελούνται σε εποχές κρίσης και έξαρσης της φτώχιας. Οι χθεσινές εικόνες, είναι εικόνες από το μέλλον μιας χώρας που οι “ηγέτες της” ψήφισαν ναι σε όλα: στην φτώχια, την πείνα και στην εξαθλίωση. Γι’ αυτό δεν θα πάω μ’ ένα κερί στο χέρι απόψε έξω απ’ το Αττικόν αλλά με φωτιά και με μαχαίρι ενάντια σε αυτούς που καίνε τις ζωές μας. Σήμερα ή όποτε χρειαστεί. Άλλωστε, τα κτίρια ξαναγίνονται. Οι ζωές μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση...και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις, προσβλητικά, υποτιμητικά και υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Προειδοποίηση: Περιεχόμενο Αυστηρώς Ακατάλληλο για εκείνους που νομίζουν ότι θίγονται προσωπικά στην ανάρτηση κειμένου αντίθετο με την ιδεολογική τους ταυτότητα ή άποψη, σε αυτούς λέμε ότι ποτέ δεν τους υποχρεώσαμε να διαβάσουν το περιεχόμενο του ιστολογίου μας.